Το έχουμε συζητήσει ξανά εδώ (τότε που εμφανίστηκαν τα ηχητικά) ότι όσοι μιλάμε από την πρώτη στιγμή για έγκλημα στα Τέμπη, δε χρειαζόμασταν τα ηχητικά των παιδιών που δολοφονήθηκαν. Για τους ερευνητές (και μόνο) προφανώς είναι χρήσιμα.
Δυστυχώς, αποδείχτηκαν χρήσιμα και για ένα κομμάτι του κόσμου ώστε να βγει στους δρόμους. Αν χρειάζεσαι τη φωνή του Τάσου, του Δημήτρη, της Φραντζέσκας για να ξεσηκωθείς ενάντια σ’ ένα τεκμηριωμένο έγκλημα, σε μία προφανέστατη – από την πρώτη στιγμή – συγκάλυψη, τότε σίγουρα υπάρχει πρόβλημα. Πρόβλημα στα αυτιά, στα μάτια και κυρίως στη λογική.
Οι συγγενείς των δολοφονηθέντων έχουν προφανώς και διαφωνίες μεταξύ τους ως προς τη διαχείριση καταστάσεων. Και είναι απόλυτα λογικό. Είναι όμως όλοι τους στα κάγκελα όχι για τα ηχητικά αλλά εξαιτίας της δολοφονίας των ανθρώπων τους, της ξεδιάντροπης συγκάλυψης και της σκύλευσης των νεκρών τους.
Ναι θα πρέπει να σταματήσει αυτή η δημοσιότητα των ηχητικών που αφορούν τις τελευταίες στιγμές των παιδιών. Αν τα χρειάζεσαι για να βγεις στο δρόμο, ρώτα και το γονιό που ακούει το παιδί του λίγο πριν πεθάνει.
Θέμα συζήτησης και κινητοποίησης θα έπρεπε να είναι τα πρόσφατα ηχητικά που δείχνουν το απόλυτο μπάχαλο, το απόλυτο τίποτα στον ιδιωτικοποιημένο σιδηρόδρομο ή τα αλλοιωμένα ηχητικά του 2023.
Ασφαλώς χρειάζεται μεγάλη προσοχή και πάνω απ’ όλα σεβασμός και στήριξη στους συγγενείς.
Όμως, είναι κατάργηση της λογικής, είναι παράνοια να βρισκόμαστε στη θέση του απολογούμενου. Αντί να απολογούνται οι πραγματικοί θύτες.
Όχι δεν θα αντιστραφούν οι ρόλοι. Η κουβέντα είναι και θα είναι για τους ηθικούς αυτουργούς της δολοφονίας καθώς και για τα κίνητρα Τριαντόπουλου – Μητσοτάκη στη συγκάλυψη.