ΟΤΑΝ Ο ΜΙΚΗΣ ΜΠΗΚΕ ΜΠΡΟΣΤΑ, ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΟΠΛΟΚΑΤΟΧΗΣ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Πέρασαν 20 χρόνια από την πρωτοβουλία πολιτικών και ανθρώπων των γραμμάτων κατά της οπλοχρησίας στην Κρήτη, που εντέλει αποδείχτηκε «δονκιχωτική» αφού συνάντησε αδιαφορία αλλά και αντιδράσεις.

Την 1η Οκτωβρίου 2004, ένα μικρό παιδί έκανε ποδήλατο στην αυλή του σπιτιού του στη Βιάννο. Ξαφνικά δέχτηκε στο στήθος του τα σκάγια από την εκπυρσοκρότηση του όπλου ενός γείτονά του. Ο Βασίλης Κοκοτάκης έμεινε για πάνω από 40 μέρες στο νοσοκομείο και τελικά κατάφερε να ζήσει, έχοντας όμως από τότε τα σκάγια στο σώμα του.

Οταν βγήκε από το νοσοκομείο, αποφάσισε να στείλει μια επιστολή στον τότε υπουργό Δημόσιας Τάξης Γιώργο Βουλγαράκη, ζητώντας του να κάνει κάτι για το φαινόμενο της οπλοκατοχής στην Κρήτη. Ο υπουργός, κρητικής καταγωγής και ο ίδιος, ανταποκρίθηκε. Πιθανώς δεν ήταν η πρώτη πρωτοβουλία από την πλευρά του κράτους (κάτι αντίστοιχο είχε προσπαθήσει και το ΠΑΣΟΚ το 1981-82), σίγουρα όμως ήταν η τελευταία.Στις αρχές του 2005 (17 Ιανουαρίου) πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνάντηση της «Επιτροπής Πρωτοβουλίας για να σταματήσει η παράνομη οπλοχρησία στην Κρήτη».

Στην Αίγλη του Ζαππείου κάθισαν γύρω από το ίδιο τραπέζι εξέχουσες προσωπικότητες με καταγωγή και ισχυρούς δεσμούς με την Κρήτη: ο Μίκης Θεοδωράκης, που είχε αποδεχτεί πρόταση του υπουργού για να αναλάβει επικεφαλής της Πρωτοβουλίας, ο Γιώργος Γραμματικάκης, τότε πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης, η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα (διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης), ο σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος, ο συνθέτης Χρήστος Λεοντής και ο Γιάννης Φίλης (τότε πρύτανης του Πολυτεχνείου Κρήτης).

Στην επιτροπή θα μετείχαν και άλλοι, όπως η συγγραφέας Ιωάννα Καρυστιάνη, που δεν είχαν παραστεί στην πρώτη συνάντηση.

Ο στόχος αρχικά ήταν να τεθεί το γενικό πλαίσιο, ενώ καθορίστηκε πρόγραμμα επισκέψεων της επιτροπής σε όλη την Κρήτη, με πρώτο σταθμό τα Χανιά. Από τους λίγους εν ζωή σήμερα συμμετέχοντες σε εκείνη τη συνάντηση, ο Γιάννης Φίλης θυμάται: «Εν πολλοίς αποδείχτηκε μια… δονκιχωτική πρωτοβουλία, που μπορεί να ξεκίνησε με καλές προθέσεις, αλλά δεν συνοδεύτηκε από κανένα συγκεκριμένο μέτρο από την πλευρά της πολιτείας. Κάναμε όμως αρκετές επισκέψεις σε διάφορες περιοχές της Κρήτης. Κάποιοι μας άκουγαν με προσοχή, αλλά αντιμετωπίσαμε και μεγάλη δυσπιστία», αναφέρει ο ίδιος στην «Εφ.Συν.» και συμπληρώνει: «Θυμάμαι πως απευθύνθηκε προς εμένα θυμωμένος ένας παπάς. Μου είπε πως είναι απαράδεκτο αυτό που κάνουμε και πως τα όπλα είναι μέσα στην κουλτούρα και την ιστορία των Κρητικών και δεν έπρεπε να τα ξεριζώσουμε… Μα, τον ρώτησα, προτιμάτε να σκοτώνονται άδικα άνθρωποι; Δεν μου απάντησε τίποτα».

Από τότε πέρασαν 20 χρόνια και τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Το εμπόριο όπλων (νόμιμων και παράνομων) στην Κρήτη ανθεί. Το 2019 σε μια εκτίμηση της Ελληνικής Αστυνομίας αναφέρεται πως τα όπλα στην Κρήτη υπολογίζονται σε ένα εκατομμύριο, ενώ αποτελεί κοινό μυστικό η παράνομη μεταφορά από τις χώρες της Βόρειας Αφρικής με πλοία στα νότια της Κρήτης, όχι σε λιμάνια φυσικά αλλά σε απόμερους όρμους τις νύχτες που δεν έχει φεγγάρι και η εκφόρτωση γίνεται με φουσκωτά και ενώ στην ακτή περιμένουν οι παραλήπτες-πελάτες.

Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, στις: 03.11.25