Η εποποιία μεγάλης μερίδας του ελληνικού λαού που τέσσερα χρόνια πάλεψε ενάντια στα σκοτάδια της χιτλερικής κατοχής και όταν ξημέρωνε η αυγή, η αστική τάξη και οι Άγγλοι ιμπεριαλιστές ματοκύλισαν την Αθήνα. Ήταν η πρώτη σύγκρουση με τον εγγλέζικο ιμπεριαλισμό παγκόσμια μετά το 1940. Ο Δεκέμβρης του ’44 αποτελεί μια από τις μεγάλες ηρωικές στιγμές του λαϊκού κινήματος και της ταξικής πάλης. Τιμή για τους μαχητές του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, που έδωσαν τη ζωή τους στις μάχες της Αθήνας – Πειραιά, και τους επιζώντες, που πολέμησαν με τα όπλα την αστική τάξη και τον εγγλέζικο ιμπεριαλισμό.

.
Το Δεκέμβρη του ’44, ο λαός της Αθήνας αντιμετώπισε σε άνισο αγώνα την ενωμένη δύναμη των εγγλέζικων στρατευμάτων και των ντόπιων στρατιωτικών και ένοπλων αστικών δυνάμεων, των ταγμάτων ασφαλείας, της ορεινής ταξιαρχίας, τους χίτες, την αστυνομία και άλλες ομάδες συνεργατών των Γερμανών που εξόπλισαν οι αστικές δυνάμεις και οι Εγγλέζοι. Και τότε ο λαός, ανάμεσα στις αλυσίδες και στα όπλα, διάλεξε τα όπλα. Γι’ αυτό όσα και αν γραφτούν εναντίον του Δεκέμβρη, θα μείνει ζωντανό το πύρινο σύνθημα του πανό που κρατούν οι μαυροφορεμένες κοπέλες της ιστορικής φωτογραφίας: «Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα».

.
«Ξέρουμε ότι ετοιμάζετε με όλη τη φλόγα της μαύρης ψυχής σας αυτόν τον εμφύλιο πόλεμο», έγραφε ο «Ριζοσπάστης» της 30ής Νοέμβρη 1944 και σε αυτές τις γραμμές συμπυκνώνεται η ουσία όσων διαδραματίστηκαν στις 33 μέρες του ματωμένου Δεκέμβρη της Αθήνας το 1944, αλλά και μετά.

.
Μαύρα σύννεφα σκίαζαν από την πρώτη στιγμή την απελευθέρωση του ελληνικού λαού από τους Γερμανούς φασίστες κατακτητές, απελευθέρωση που κέρδισε ο ίδιος με άφθαστο ηρωισμό και αμέτρητες θυσίες. Μπροστάρης του αγώνα αυτού, το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ, που με ψυχή τους το ΚΚΕ κάλεσαν σε συναγερμό τις καλύτερες και αποφασιστικότερες δυνάμεις του λαού, που συσπειρώθηκαν σε ένα τεράστιο κοινωνικοαπελευθερωτικό λαϊκό μέτωπο.

.
Απέναντι σ’ αυτό το μέτωπο, στάθηκε, ευθύς εξ αρχής, ο λεγόμενος «παλαιός» αστικός πολιτικός κόσμος, οι «ουδέτεροι», «φιλήσυχοι» και «υπομονετικοί», όταν ο λαός πέθαινε από την πείνα και τις σφαίρες των φασιστών, οι στεμματοφόροι τροφοδότες, με στρατιωτικά και πολιτικά στελέχη των κατοχικών «κυβερνήσεων», οι ταγματασφαλίτες οπαδοί της «δημοκρατίας» τύπου «Ιδιώνυμου», η χρηματιστική ολιγαρχία, που μετέτρεπε σε ράβδους χρυσού τις σάρκες των εκατοντάδων χιλιάδων νεκρών του φασισμού. Επικεφαλής του «μαύρου μετώπου», ο αρχηγός του «ελληνικού» φασισμού, ο μονάρχης Γεώργιος Β ́ Γλύξμπουργκ (19/6/1890 – 1/4/1947) του Γερμανο-Δανικού οίκου του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν-Σόντερμπουργκ-Γκλύξμπουργκ (Slesvig-Holsten-Sønderborg-Lyksborg).

.
Πολύ καιρό πριν από την απελευθέρωση της Αθήνας, στις 12 Οκτώβρη 1944, συγκεκριμένα από τότε που το ΕΑΜ μαζικοποιήθηκε και ο ΕΛΑΣ έγινε στρατός χιλιάδων, τον εγχώριο και εγγλέζικο αστικό πολιτικό παράγοντα τον απασχολούσε το θέμα του ένοπλου λαού, δηλαδή το κύριο θέμα σε ένα συσχετισμό δυνάμεων που ήταν υπέρ του ΕΑΜ. Γνώριζαν ότι μόνο ο ένοπλος λαός μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την εξουσία τους. Στον αφοπλισμό, λοιπόν, του ένοπλου λαού κατέτειναν πρωταρχικά όλες οι προσπάθειες και ίντριγκες τους.

.
Οι ηγεσίες του ΚΚΕ και του ΕΑΜ ζητούσαν να αποστρατευτούν όλα τα στρατιωτικά σώματα και στη θέση τους να μπει ένας Εθνικός Στρατός, με κανονική στρατολογία, ξεκαθαρισμένος από τους δωσίλογους στρατιωτικούς. Οι Εγγλέζοι και η κυβέρνηση Παπανδρέου ζητούσαν να διαλυθούν ο ΕΛΑΣ και η Εθνική Πολιτοφυλακή, όχι όμως οι δεξιές ομάδες Ορεινή Ταξιαρχία και ο Ιερός Λόχος. Η ελληνική αστική τάξη, με σκοπό την πάση θυσία επιβολή της εξουσίας της, χρειάστηκε τη στήριξη των Βρετανών ιμπεριαλιστών, που επενέβησαν στην Ελλάδα, το Δεκέμβρη του 1944, ως κατακτητές, σκοπεύοντας στο τσάκισμα του λαϊκού κινήματος του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και του ΚΚΕ και επιβάλλοντας ουσιαστικά μια δεύτερη κατοχή.

Ταυτόχρονα, οι «κεντρώοι» πολιτικοί ηγέτες «προσέφεραν» τις καλύτερες υπηρεσίες τους στην άρχουσα τάξη και τους ιμπεριαλιστές, αρχής γενομένης από τον αντικομμουνιστή Γεώργιο Παπανδρέου (13/2/1888 – 1/11/1968), που διατέλεσε πρωθυπουργός όσο χρειαζόταν για να υπογραφούν οι συμφωνίες του Λιβάνου, της Καζέρτας και για να γίνει το ματοκύλισμα του Δεκέμβρη.

.
Πραγματικό ντοκουμέντο είναι το άρθρο του Άγγλου ηγέτη του Εργατικού Κόμματος και καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου, Χάρολντ Λάσκι (Harold Joseph Laski, 30/6/1893 – 24/5/1950), τις μέρες εκείνες: «Ο Τσόρτσιλ μίλησε στη σύσκεψη των Ελλήνων πολιτικών ηγετών, περισσότερο σαν μπράβος της εποχής της Αναγέννησης, παρά σαν πολιτικός. Αποκάλυψε, ότι η επέμβασή του ήταν να ενισχύσει όλα τα αντιδραστικά και φασιστικά στοιχεία, δίνοντάς τους την υπόσχεση ότι θα τους διαθέσει στρατό και όπλα – και τα δύο τόσο χρήσιμα για τη νέα αστική τάξη, η οποία θα υποτασσόνταν στις διαθέσεις των Αγγλο-Αμερικανών. Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ δεν είναι ο άνθρωπος των ευγενικών πράξεων του ’40. Είναι ένας ιμπεριαλιστής που για να καταπνίξει το λαϊκό κίνημα της Αντίστασης στην Ελλάδα – ένα από τα πιο ηρωικά κινήματα που είδαμε στον πόλεμο αυτό – και για να το παραδώσει στους παλιούς τυράννους της Ελλάδας, παρουσιάστηκε με την ίδια μορφή, που τον είδαμε κατά τα επεισόδια της οδού Σίντνεϊ πριν μια γενιά [σημ.: Ο Τσόρτσιλ τότε, υπουργός των Εσωτερικών, ξεκλήρισε – δολοφόνησε μια φτωχή συνοικία του Λονδίνου στην περιοχή Σίντνεϊ, φέρνοντας στρατό εναντίον αμάχων]. Προσπάθησε να ρίξει το βάρος της ζυγαριάς εναντίον του λαϊκού κινήματος στην Ελλάδα. Αυτή είναι η φωνή του συντηρητικού στοιχείου, που περικλείει ο Τσόρτσιλ. Αυτό το στοιχείο, τον έκανε να μιλάει με τόση θέρμη υπέρ του Μουσολίνι στα 1927 και υπέρ του Φράνκο…».

Το κρίσιμο ζήτημα που έθετε η πολιτική πραγματικότητα, ήταν το θέμα της πολιτικής εξουσίας. Γι’ αυτό το σκοπό ο Τσόρτσιλ (Sir Winston Leonard Spencer-Churchill, 30/11/1874 – 24/1/1965) απέσυρε στρατιωτικές δυνάμεις από το μέτωπο της Ιταλίας και τις έφερε στην Αθήνα. Γιατί η αστική τάξη δεν μπορούσε μόνη της να επιβληθεί. Ο ίδιος ομολογεί: «Τα αγγλικά στρατεύματα πραγματοποίησαν εισβολή στην Ελλάδα, η οποία δεν υπαγορευόταν από πολεμική αναγκαιότητα». Αποδείχτηκε ότι οι συμφωνίες μέχρι και την Καζέρτα και η λογική της λεγόμενης «εθνικής ενότητας» και της «ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης» δυσκόλεψαν την λαϊκή πάλη και την προετοιμασία της μάχης της Αθήνας, ενώ δεν απέτρεψαν την εσωτερική σύγκρουση. Στην ουσία ήταν καταστροφικές για το λαϊκό κίνημα.
Η απελευθέρωση δεν άμβλυνε τις κοινωνικές αντιθέσεις. Αντίθετα, τις όξυνε. Υπήρχαν δυο
αντιμαχόμενα στρατόπεδα, το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ, η εργατική τάξη, η αγροτιά, η φτωχολογιά της Ελλάδας από τη μια και η αστική τάξη με πρωθυπουργό τον αντικομμουνιστή Γεώργιο Παπανδρέου και οι Άγγλοι.
Η ένοπλη σύγκρουση τον Δεκέμβρη ήταν αναπόφευκτη.

.
Την 1η του Δεκέμβρη ο αρχιστράτηγος των αγγλικών και ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στην Ελλάδα Σκόμπι (Sir Ronald MacKenzie Scobie, 8/6/1893 – 23/2/1969) απείλησε το λαό με λιμοκτονία αν δεν υπάκουε. Στην προκήρυξή του έλεγε: «Στέκομαι σταθερά πίσω απ’ την τωρινή συνταγματική κυβέρνηση μέχρι να μπορέσει να εγκαθιδρυθεί το ελληνικό κράτος με μια νόμιμη ένοπλη δύναμη πίσω του και να μπορέσουν να γίνουν ελεύθερες εκλογές. Αν δεν το πετύχουμε όλοι μαζί αυτό, το συνάλλαγμα δε θα παραμείνει σταθερό και ο λαός δε θα φάει».
Ο ανταποκριτής του «Nation» στην Αθήνα, περιγράφει ζωηρά την κατάσταση στην πρωτεύουσα: «Επιτράπηκε σε χιλιάδες προδότες και Κουίσλιγκς να τριγυρίζουν ελεύθερα στην Αθήνα. Κανένας συνεργάτης των γερμανοφασιστών δεν πέρασε από δίκη ούτε τιμωρήθηκε από την κυβέρνηση. Βασιλικές οργανώσεις εξοπλίζονταν κρυφά. Μέλη των οργανωμένων από τους ναζί Ταγμάτων Ασφαλείας απελευθερώθηκαν από τη φυλακή και εξοπλίστηκαν. Άγριες ιστορίες «κόκκινης τρομοκρατίας» σχεδιάστηκαν απ’ τους ντόπιους μοναρχοφασίστες και πέρασαν στον ντόπιο και ξένο Τύπο. Ανώτεροι επίσημοι των διαφόρων υπουργείων που είχαν υπηρετήσει κρατήθηκαν στα πόστα τους. Καμιά
προσπάθεια δεν έγινε εκκαθάρισης της αστυνομίας και της εθνικής φρουράς, που και οι δύο είχαν δουλέψει για την Γκεστάπο».
O Τσόρτσιλ που αποκαλούσε τη δράση του ΕΛΑΣ «ουρλιάσματα των αθλίων Ελλήνων ληστών»!

Το ΕΑΜ πραγματοποίησε στις 3 του Δεκέμβρη 1944 στην πλατεία Συντάγματος, το απαγορευμένο από την κυβέρνηση συλλαλητήριο. Η κτηνώδης επέμβαση της Βρετανίας στην ειρηνική διαδήλωση των ελεύθερων πολιτών ήταν χωρίς προειδοποίηση. Η αστυνομία του δωσίλογου Άγγελου Έβερτ (10/4/1894 – 30/12/1970) άνοιξε δολοφονικό πυρ ενάντια στους διαδηλωτές με πολυβόλα, πυροβόλα, ολμοβόλα και ελαφρά όπλα αντιτάνκ. Η σφαγή ήταν σχεδιασμένη!
Το άγριο και κτηνώδες πυροβολητό σταμάτησε. Οι πρώτοι νεκροί και τραυματίες του Δεκέμβρη ήταν γεγονός. 21 νεκροί κείτονταν στους δρόμους. Πάνω από 140 τραυματισμένοι. Τα περισσότερα από τα θύματα ήταν αγόρια και κορίτσια κάτω των 20 χρόνων. Απεργίες ξέσπασαν παντού την επομένη της σφαγής. Το ΕΑΜ κηρύττει γενική απεργία. Τα τανκς του Σκόμπιεγκαθιστούν το δοσιλογισμό. Στις 4 Δεκέμβρη, μόλις ο λαός κήδεψε τους νεκρούς του, ακολούθησε νέα σφαγή, με 40 νεκρούς και 70 τραυματίες. Και στις 5 Δεκέμβρη ήρθε ο επόμενος απολογισμός, με 30 νεκρούς ΕΑΜίτες και περισσότερους από 100 τραυματίες. Οι Βρετανοί ιμπεριαλιστές επιτίθενται με τα τανκς στα γραφεία του ΕΑΜ στην Κοραή. Γυναίκες και παιδιά βάδιζαν στους δρόμους με πλακάτ: «Ψωμί για το Λαό». Η ντόπια και η ξένη αντίδραση προκαλούν τον εμφύλιο πόλεμο. Ο νέος ένοπλος αγώνας είχε αρχίσει.


.
Συνολικά στις επιχειρήσεις του Δεκέμβρη πήραν μέρος 60.000 αγγλικού στρατού με 80 αεροπλάνα, 200 τανκ, πολλά πολυβόλα, ενώ μονάδες του αγγλικού στόλου κανονιοβολούσαν την πρωτεύουσα μαζί με 6.000 της Ορεινής Ταξιαρχίας, τις δυνάμεις της φασιστικής παραστρατιωτικής οργάνωσης Χ, του Ιερού Λόχου της Χωροφυλακής, καθώς και 12.000 ταγματασφαλίτες που εξοπλίστηκαν από την κυβέρνηση του αντικομμουνιστή Παπανδρέου, αφού τους φόρεσαν άλλα ρούχα αντί τα γνωστά που φορούσαν οι ταγματασφαλίτες…
Τις εχθρικές αυτές δυνάμεις τις αντιμετώπισαν τις πρώτες κρίσιμες μέρες το Α ́Σώμα Στρατού του ΕΛΑΣ με 6.500 άνδρες με ελαφρύ οπλισμό και 3.500 άνδρες της ΙΙ Μεραρχίας και ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά που βρέθηκε επί ποδός πολέμου. Στις μάχες του Δεκέμβρη οι μαχητές του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ χρησιμοποίησαν μαζί με τον ένοπλο αγώνα και όλες τις μορφές πάλης, με διαδηλώσεις και συλλαλητήρια.
Έστηναν οδοφράγματα, έκαναν σαμποτάζ. Άνοιγαν αντιαρματικές τάφρους, μετέφεραν τραυματίες και τρόφιμα.

Μεγάλο τμήμα του λαού της αδούλωτης Αθήνας με τον λαϊκό στρατό αντιστάθηκε στον ιμπεριαλισμό και τους ντόπιους συνεργάτες του, πολεμώντας με άφθαστο ηρωισμό επί 33 μέρες. Στις 33 ημέρες των μαχών της Αθήνας και του Πειραιά, σε έναν άνισο αγώνα, ο ΕΛΑΣ πολέμησε ηρωικά. Όμως, οι βασικές δυνάμεις του ΕΛΑΣ κρατήθηκαν μακριά από την Αθήνα, κυνηγώντας τον ΕΔΕΣ στην Ήπειρο. Έτσι, στις 5 του Γενάρη 1945 άρχισε η υποχώρηση του ΕΛΑΣ και χιλιάδων άλλων αγωνιστών. Ακολούθησε η απαράδεκτη «συμφωνία της Βάρκιζας» που υπογράφτηκε από την κυβέρνηση Πλαστήρα και αντιπροσώπους του ΕΑΜ, με την οποία αφοπλίστηκε ο λαός! Να θυμηθούμε ότι ο ΕΛΑΣ είχε απελευθερώσει και κυριαρχούσε στα τρία τέταρτα της επικρατείας (27 περιοχές επί συνόλου 31).

Την αντιπροσωπεία του ΕΑΜ αποτελούσαν οι Γιώργης Σιάντος (Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ και επικεφαλής της αντιπροσωπείας), Μήτσος Παρτσαλίδης (Γραμματέας της ΚΕ του ΕΑΜ) και Ηλίας Τσιριμώκος (ΓΓ του κόμματος Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας). Την κυβερνητική αντιπροσωπεία αποτελούσαν οι Ιωάννης Σοφιανόπουλος (υπουργός Εξωτερικών και επικεφαλής της αντιπροσωπείας), Περικλής Ράλλης (υπουργός Εσωτερικών) και Ιωάννης Μακρόπουλος (υπουργός Γεωργίας). Στη Βάρκιζα, βρίσκονταν επίσης και διηύθυναν την κυβερνητική αντιπροσωπεία από τα παρασκήνια οι Βρετανοί Χάρολντ Μακμίλαν (Maurice Harold Macmillan, 10/2/1894 – 29/12/1986), μόνιμος υπουργός για θέματα Μέσης Ανατολής και Ρέτζιναλντ Λίπερ (Sir Reginald Wilding Allen Leeper, 25/3/1888 – 2/2/1968) πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας.


.
Πέρα από το γενικά απαράδεκτο της συμφωνίας, απαράδεκτη ήταν ειδικότερα η υποχώρηση στο ζήτημα της αμνηστίας, το άρθρο 3, αφού με αυτό αφήνονταν ανυπεράσπιστοι στην αστική μανία χιλιάδες αγωνιστές των ΕΑΜ – ΕΛΑΣ – ΕΠΟΝ, με τη δυνατότητα μάλιστα να διωχθούν ως κοινοί εγκληματίες. Σε λιγότερο από 48 ώρες μετά την υπογραφή της Συμφωνίας, οι επιθέσεις στα γραφεία των εφημερίδων «Ελεύθερη Ελλάδα» και «Ριζοσπάστης» (στις 13 και 14 Φλεβάρη αντίστοιχα), προμήνυαν τι θα επακολουθούσε.
Η ένοπλη επέμβαση των Βρετανών ιμπεριαλιστών και των ντόπιων συνεργατών τους κατέληξε στη «Συμφωνία της Βάρκιζας», όπου η παράδοση των όπλων του ΕΛΑΣ σήμανε ταυτόχρονα την έναρξη ενός ανελέητου διωγμού κατά των εκατοντάδων χιλιάδων αγωνιστών της ΕΑΜικής Αντίστασης, με σκοπό τον πλήρη αφανισμό, αν ήταν δυνατόν, του λαϊκού κινήματος.


.
Νομίζω ότι πρέπει να σημειώσουμε ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας δεν αντιμετώπισε τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα ως κρίκο για την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας, αλλά αυτονόμησε την πάλη ενάντια στους κατακτητές από την πάλη για την ανατροπή της αστικής εξουσίας. Παρά την τεράστια συνεισφορά και τον πρωταγωνιστικό ρόλο του, δεν μπόρεσε να διαμορφώσει τη στρατηγική που θα οδηγούσε προς την επαναστατική επίλυση του προβλήματος της πολιτικής εξουσίας και τότε ακόμη, ιδίως μετά το 1943, που οι συνθήκες επέβαλαν να θέσει το ζήτημα της επαναστατικής κατάκτησης της εξουσίας. Δεν διαμόρφωσε τις υποκειμενικές προϋποθέσεις μιας πορείας που, ανάλογα και με άλλους παράγοντες, μπορούσε να οδηγήσει στη νίκη. Πρώτα απ’ όλα δεν εκτίμησε σωστά τη σύμπλεξη του κοινωνικοταξικού περιεχομένου της λαϊκής πάλης με το εθνικοαπελευθερωτικό.
Η ένοπλη πάλη από τη στιγμή που αρχίζει πρέπει να τραβήξει αποφασιστικά έως το τέλος. Να εξασφαλίζεται αιφνιδιασμός του εχθρού τη στιγμή που τα στρατεύματά του είναι σκόρπια, να διατηρείται η ηθική υπεροχή και με συνεχείς μικρές νίκες. Χρειάζεται αποφασιστικότητα, πέρασμα στην επίθεση και όχι μόνο άμυνα. Το ΚΚΕ και η ηγεσία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ το Δεκέμβρη του ’44 δεν εξασφάλισαν τέτοιες προϋποθέσεις και σχέδιο. Η ένοπλη σύγκρουση δεν πήρε δηλαδή χαρακτηριστικά πάλης για την εξουσία.
Ακόμα και στη διάρκεια της ένοπλης σύγκρουσης παρέμενε η θέση τους για την λεγόμενη «κυβέρνηση εθνικής ενότητας» και «ομαλή δημοκρατική εξέλιξη»! Εκφράστηκε έτσι η αδυναμία επεξεργασίας μια επαναστατικής στρατηγικής.
Δεν μπόρεσαν, δηλαδή, να διαμορφώσουν την στρατηγική της μετατροπής του απελευθερωτικού αγώνα ενάντια στην ξένη κατοχή, σε πάλη για την κατάκτηση της λαϊκής εξουσίας σε συνθήκες μεγάλης όξυνσης κοινωνικών, ταξικών αντιθέσεων.


Τα Δεκεμβριανά ήταν η πρώτη στρατιωτική επέμβαση «συμμαχικού» στρατού σε απελευθερωμένη χώρα. Παρ’ όλα αυτά, ο Δεκέμβρης του ’44 παραδειγματίζει, ατσαλώνει, δυναμώνει την αδιαλλαξία και σήμερα απέναντι στον ταξικό αντίπαλο. Τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1944 ήταν μια περίπτωση λαϊκής εξέγερσης με καθαρό ταξικό χαρακτήρα. Οι μάχες της Αθήνας κατέληξαν σε μια πρωτοφανή απώλεια εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Κατέληξαν στη συγκρότηση ενός νέου κράτους, του αντικομμουνιστικού εκδικητικού κράτους των εθνικοφρόνων. Δημιουργήθηκε ένα κράτος που επικαλούμενο τον κομμουνιστικό κίνδυνο επικράτησε και κατάστρεψε τη χώρα για τριάντα ολόκληρα χρόνια, εμπόδισε τον εκδημοκρατισμό της χώρας, εξέθρεψε τους ανθρώπους που επέβαλαν και στελέχωσαν την Αμερικανοκίνητη Χούντα των Συνταγματαρχών το 1967.
Όμως ο Δεκέμβρης του ʼ44 συμβάλλει στη διαμόρφωση των νέων αγώνων της εργατικής τάξης κι όλων των λαϊκών στρωμάτων, προετοιμάζοντας τους για τις συγκρούσεις με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό για μια νέα κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και τον σοσιαλισμό. Αυτό δεν αφορά μόνο τους κομμουνιστές. Αφορά όλο το λαό, γιατί οι Βρετανοί ιμπεριαλιστές και η αστική τάξη ήθελαν να γονατίσουν ολόκληρο το λαό, να τον αναγκάσουν να απαρνηθεί αξίες, ιδανικά και οράματα.


.
Να μην ξεχνάμε όμως ότι ο λαός μετά το Δεκέμβρη του ʼ44 δεν έσκυψε το κεφάλι. Έστησε ξανά ταμπούρι, το 1946, με τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας γράφοντας λαμπρές σελίδες στην ιστορία της λαϊκής αντίστασης και της ένοπλης ταξικής πάλης. Κανένας αγώνας δεν χάνεται! Η μνήμη, η πείρα που αποκτάμε μελετώντας τα γεγονότα του Δεκέμβρη του ’44, είναι μια βοήθεια και μια υπόσχεση για τους αγώνες του λαού μας σήμερα και στο μέλλον.


#
