Μην σταματάτε να μιλάτε για την Παλαιστίνη!
Συμπληρώνοντας την πολιτική των χειραγωγημένων «ανεξάρτητων» μέσων ενημέρωσης να αρνούνται να καλύψουν, ή και να παραποιούν σκόπιμα, τις πολλές φρικτές πράξεις που χαρακτήρισαν τον γενοκτονικό πόλεμο του κράτους-δολοφόνου στη Λωρίδα της Γάζας, το σιωνιστικό μόρφωμα έχει επιβάλει μια πολιτική απομάκρυνσης των ξένων δημοσιογράφων και δολοφονίας όσο το δυνατόν περισσότερων ντόπιων, συχνά μαζί με τις οικογένειές τους. Με αυτές τις μοχθηρές μεθόδους οι γενοκτόνοι κάνουν ό,τι μπορούν για να καταπνίξουν τη ροή πληροφοριών από τη Γάζα προς τον ευρύτερο κόσμο. Τελικά, απέτυχαν, αλλά το τίμημα του αίματος που πληρώνουν οι Παλαιστίνιοι εργαζόμενοι στα μέσα ενημέρωσης είναι τεράστιο.

.
Σήμερα θυμόμαστε τον νεαρό Παλαιστίνιο Χουσάμ Σαμπάτ (Hossam Shabat), όχι μόνο ως δημοσιογράφο, αλλά ως έναν ατρόμητο αφηγητή της αλήθειας που έδωσε τα πάντα για να δείξει στον κόσμο την πραγματικότητα της γενοκτονίας που συντελείται από το ισραήλ στη Γάζα. Η κάμερα και το μικρόφωνο του Χουσάμ έγιναν το όπλο του, τα λόγια του ασπίδα για τους αμίλητους. Έμεινε όταν ήταν γι αυτόν ευκολότερο να φύγει. Κατέγραψε την ομορφιά, όταν αυτή υπήρχε ακόμα, κι αργότερα τη φρίκη που προσπάθησε να τη σβήσει. Ο Χουσάμ δεν μετέδωσε απλώς τις ειδήσεις —έγινε μέρος της ιστορίας και το θάρρος του θα αντηχεί πολύ πέρα από τα ερείπια. Σήμερα, τιμούμε τον Χουσάμ και μαζί του όλους τους γενναίους Παλαιστίνιους δημοσιογράφους που έδωσαν τη ζωή τους για την αλήθεια.
Ο Χουσάμ δολοφονήθηκε από τις ισραηλινές δυνάμεις κατοχής στις 24 Μάρτη 2025, επειδή έκανε τη δουλειά του ως δημοσιογράφος. Ο αριθμός των στοχοποιημένων και δολοφονημένων δημοσιογράφων μέχρι την 31η Μάη 2025 ανήλθε σε 221, μετά και τον μαρτυρικό θάνατο του δημοσιογράφου Μοατάζ Ραγιάμπ (Moataz Mohammed Rajab), ο οποίος εργαζόταν ως εικονολήπτης και συντάκτης στο δορυφορικό κανάλι Al-Quds Al-Youm.

.
H δημοσιογραφική ομάδα του Χουσάμ μοιράστηκε στις 24 Μάρτη 2025, λίγο μετά τη δολοφονία του, το τελευταίο του μήνυμα :
«Αν διαβάζετε αυτό το κείμενο, σημαίνει ότι έχω σκοτωθεί — πιθανότατα στοχοποιήθηκα από τις ισραηλινές δυνάμεις κατοχής. Όταν ξεκίνησαν όλα αυτά, ήμουν μόλις 21 ετών — ένας φοιτητής με όνειρα όπως όλοι οι άλλοι. Τους τελευταίους 18 μήνες, έχω αφιερώσει κάθε στιγμή της ζωής μου στο λαό μου. Κατέγραψα τη φρίκη στη βόρεια Γάζα λεπτό προς λεπτό, αποφασισμένος να δείξω στον κόσμο την αλήθεια που προσπάθησαν να θάψουν. Κοιμήθηκα σε πεζοδρόμια, σε σχολεία, σε σκηνές — όπου μπορούσα. Κάθε μέρα ήταν μια μάχη για την επιβίωση. Υπέμεινα την πείνα για μήνες, αλλά δεν έφυγα ποτέ από το πλευρό του λαού μου. Μα το Θεό, εκπλήρωσα το καθήκον μου ως δημοσιογράφος. Διακινδύνευσα τα πάντα για να αναφέρω την αλήθεια και τώρα, επιτέλους, αναπαύομαι — κάτι που δεν γνώρισα τους τελευταίους 18 μήνες. Τα έκανα όλα αυτά επειδή πιστεύω στον παλαιστινιακό αγώνα. Πιστεύω ότι αυτή η γη είναι δική μας, και ήταν η ύψιστη τιμή της ζωής μου να πεθάνω υπερασπιζόμενος την και υπηρετώντας τον λαό της. Σας ζητώ τώρα: μη σταματήσετε να μιλάτε για τη Γάζα. Μην αφήσετε τον κόσμο να κοιτάξει αλλού. Συνεχίστε να αγωνίζεστε, συνεχίστε να λέτε τις ιστορίες μας — μέχρι η Παλαιστίνη να είναι ελεύθερη. Για τελευταία φορά, Χουσάμ Σαμπάτ, από τη βόρεια Γάζα.»
Χουσάμ… κράτησες την υπόσχεσή σου!
Ο Χουσάμ γεννήθηκε στις 10 Οκτώβρη του 2001 στο Μπέιτ Χανούν (Beit Hanun) της βόρειας λωρίδας της Γάζας. Ήταν φοιτητής και εργαζόταν ως ανταποκριτής του Al Jazeera Mubasher, ενώ έστελνε επίσης ανταποκρίσεις σε διάφορους ανεξάρτητους ενημερωτικούς ιστότοπους. Από τις αρχές του Οκτώβρη με ανακοινώσεις του ο ισραηλινός στρατός στοχοποίησε τον Χουσάμ και άλλους συναδέλφους του. Ο Χουσάμ κάλεσε τον κόσμο να μιλήσει χρησιμοποιώντας το hashtag #ProtectTheJournalists: «Παρακαλώ όλους να μοιραστούν την πραγματικότητα για τους Δημοσιογράφους, προκειμένου να διαδοθεί η ευαισθητοποίηση σχετικά με τα πραγματικά σχέδια της ισραηλινής κατοχής να στοχοποιήσει τους δημοσιογράφους προκειμένου να επιβάλει συσκότιση των μέσων ενημέρωσης. Διαδώστε το hashtag και μιλήστε για εμάς!»
Στις 23 Οκτώβρη 2024, ο IDF, χωρίς να προσκομίσει επαληθεύσιμα στοιχεία, στοχοποίησε συγκεκριμένα πλέον τον Χουσάμ και άλλους πέντε Παλαιστίνιους δημοσιογράφους, διαδίδοντας ότι ήταν μέλη των μαχητικών ομάδων Χαμάς (Islamic Resistance Movement) και της Ισλαμικής Τζιχάντ (Islamic Jihad Movement in Palestine). Το Αλ Τζαζίρα αμέσως απέρριψε τις κατηγορίες σαν τελείως αβάσιμες και αναπόδεικτες. Ο ίδιος αρνήθηκε τις κατηγορίες και είπε ότι ήταν απλώς ένας Παλαιστίνιος δημοσιογράφος που κατέγραφε την πραγματικότητα, και συμπλήρωσε πως η κατηγορία αυτή χρησίμευε για να τον στοχοποιήσουν σαν «τρομοκράτη» και ως απειλή κατά της ζωής του. Οι «Δημοσιογράφοι χωρίς σύνορα» (Reporters Sans Frontières) δήλωσαν ότι «δεν υπήρχαν καθόλου αποδείξεις για τις κατηγορίες» και πρόσθεσαν ότι «οι κατηγορίες κατά του Shabat ήταν μέρος ενός πολύ γνωστού μοτίβου που τροφοδοτεί την άνευ προηγουμένου σφαγή των δημοσιογράφων που συμβαίνει στη Γάζα.» Ο στρατός του σιωνιστικού κράτους-δολοφόνου κατηγόρησε προληπτικά τον ίδιο και άλλους πέντε δημοσιογράφους ότι είναι «τρομοκράτες» πριν τους επιτεθούν, βάζοντάς τους ουσιαστικά σε λίστα θανάτου.
Το πρωί του Σαββάτου 24 του Μάρτη καθώς ταξίδευε στην Μπέιτ Λάχια (Beit Lahia) έγινε μια στοχευμένη σιωνιστική αεροπορική επιδρομή που έπληξε το αυτοκίνητο που μετέφερε τον Χουσάμ. Ήταν 23 ετών! Ήταν ξεκάθαρα μια ακόμη δολοφονία του ισραηλινού στρατού. Λίγη ώρα νωρίτερα την ίδια ημέρα, ο φίλος του και στοχοποιημένος δημοσιογράφος Μοχάμεντ Μανσούρ (Mohamed Mansour) του Palestine Today δολοφονήθηκε, μαζί με τη σύζυγο και το γιο του, σε ισραηλινή αεροπορική επιδρομή στο σπίτι του στο Khan Younis.

.
Την Κυριακή 25 Μάρτη, οι IDF επιβεβαίωσαν ότι είχαν στοχεύσει τον Σαμπάτ, γιατί δήθεν «πραγματοποίησε επιθέσεις και συμμετείχε σε τρομοκρατικές δραστηριότητες κατά των δυνάμεων των IDF και των πολιτών του κράτους του Ισραήλ. Αυτό είναι μια ακόμη απόδειξη της απασχόλησης τρομοκρατών της Χαμάς από το δίκτυο μέσων ενημέρωσης Αλ Τζαζίρα». Και συμπλήρωσαν: «Μην αφήσετε το γιλέκο του Τύπου να σας μπερδέψει, ο Χουσάμ ήταν τρομοκράτης». Χωρίς βέβαια να παρέχουν κανένα στοιχείο για να υποστηρίξουν τον ισχυρισμό τους.

.
Η μάνα του Χουσάμ, όταν την πληροφόρησαν για τη δολοφονία του, δήλωσε ανάμεσα στον θρήνο της: «Όταν εντάχθηκε στο Al Jazeera, του είπα: Όσοι δουλεύουν με το Al Jazeera θα πεθάνουν. Μου απάντησε: Δεν είμαι καλύτερος από τους συναδέλφους μου. Είναι όλοι τους αδέρφια μου.»

.
Ο αδελφός του Βισάμ (Wissam Shabat), φωτοειδησεογράφος και εικονολήπτης στο Al Jazeera Mubasher, τον αποχαιρέτησε λέγοντας ανάμεσα στα άλλα: «Αδελφέ μου, σήμερα σε αποχαιρετώ, ενώ φορούσες το γιλέκο σου για τον Τύπο, οπλισμένος μόνο με τη φωτογραφική σου μηχανή και τα ειλικρινή σου λόγια. Αλλά οι σφαίρες της προδοσίας δεν ήξεραν ποτέ να ξεχωρίζουν ανάμεσα σε έναν μαχητή και έναν δημοσιογράφο, ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα. Έφυγες από αυτόν τον κόσμο με το κεφάλι ψηλά, μάρτυρας της αλήθειας — του είδους της αλήθειας που δεν πεθαίνει ποτέ. Τα μάτια σου εξακολουθούν να μιλούν στον κόσμο για τον πόνο του λαού μας και του τόπου μας… Μου λείπεις, αδελφέ μου. Μου λείπει η φωνή σου, το γέλιο σου, η καλοσύνη σου — ακόμη και οι απλές συζητήσεις μας. Ήσουν το στήριγμά μας, η ψυχή που έδινε ζωή στο σπίτι μας… και μετά από σένα, όλα σίγησαν… Θα συνεχίσουμε παρά τις αντιξοότητες.»

.
Είχα γνωρίσει τον Χουσάμ μέσα από τα κείμενα του και μέσα από τις ανταποκρίσεις του στο Αλ Τζαζίρα. Ήταν μια όμορφη ψυχή, μια καλή καρδιά, ένα όμορφο πρόσωπο και ένα γλυκό γέλιο. Μετέδιδε χαρά όπου πήγαινε και συγκλόνιζε τους γύρω του με την αγάπη και την ανιδιοτέλεια του. Το θάρρος του Χουσάμ δεν βασιζόταν στην απουσία φόβου, πείνας ή πόνου, αλλά εκδηλωνόταν με τη σταθερότητα παρά τον πόνο και την υπομονή του για τον σκοπό του και τους ανθρώπους του. Ο Χουσάμ ήταν ατρόμητος, αφοσιωμένος, δεν τον απέτρεπε ο πόνος από το να εκτελέσει το καθήκον του, ούτε τον πτόησαν οι αντιξοότητες για χάρη εκείνων που αγαπούσε.
Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω ότι αναφέρομαι σε αυτόν σε παρελθοντικό χρόνο. Το δολοφονικό, σιωνιστικό ισραήλ εξαφανίζει το παρόν, αφήνει μόνο ερείπια, θάνατο, αβάσταχτο πόνο και παρελθόν.
Χουσάμ, εύχομαι από τα βάθη της καρδιάς μου να μην ήταν αυτή η αλήθεια· να μπορούσαμε όλοι να ξαναδούμε το χαμόγελο σου, να σε δούμε να παντρεύεσαι τον έρωτα της ζωής σου, όπως σχεδιάζατε, και να ταξιδέψεις για να εξερευνήσεις τον κόσμο, όπως πάντα ονειρευόσουν. Ενσάρκωσες τα υψηλότερα ιδανικά του ηρωισμού και της ανιδιοτέλειας. Επέλεξες να υπηρετήσεις τον λαό σου, ακόμη και με κίνδυνο της ζωής σου. Στάθηκες σταθερός, αποκαλύπτοντας τα βάναυσα εγκλήματα της σιωνιστικής κατοχής, καταγράφοντας τα δεινά του λαού σου με θάρρος και σαφήνεια, ελπίζοντας ότι ο κόσμος θα άνοιγε επιτέλους τα μάτια του. Ενώ πολλοί στην εξουσία επέλεξαν να γυρίσουν την πλάτη τους, εσύ ήσουν αυτός που βγήκε μπροστά. Επέλεξες τον πιο δύσκολο δρόμο, στον οποίο σε οδήγησε η αγάπη σου, το δίκιο σου και το βαθύ αίσθημα δικαιοσύνης. Χρησιμοποίησες τη φωνή σου για να γίνεις η φωνή των ανήμπορων και των άφωνων. Και όταν προσπάθησαν να σε φιμώσουν, η φωνή σου εξακολουθούσε να αντηχεί, πιο δυνατή από ποτέ. Θα κουβαλάμε την αγάπη σου, την κληρονομιά σου και το μήνυμά σου για πάντα στις καρδιές μας. Θα προσπαθήσουμε να περπατήσουμε το μονοπάτι που φώτισες και δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ…

.
Χουσάμ δεν είσαι πια μαζί μας! Τι να πεις, πέρα από οργή και απόγνωση! Ο ισραηλινός στρατός βομβάρδισε το αυτοκίνητό σου. Τα βίντεο πλημμύρισαν την οθόνη μου με το πτώμα σου να κείτεται στο δρόμο, να μεταφέρεται στο νοσοκομείο, να θρηνείται από τους συναδέλφους και τους αγαπημένους σου. Ένα κομμάτι των τραγικών σκηνών που ο ίδιος κατέγραφες τόσο συχνά για να μεταφέρεις σε όλον τον κόσμο. Ήσουν ένας από τους λίγους δημοσιογράφους που παρέμειναν στη βόρεια Γάζα καθ’ όλην τη διάρκεια του γενοκτονικού πολέμου του σιωνιστικού ισραήλ. Η ικανότητά σου να καλύπτεις μια από τις πιο βίαιες άδικες στρατιωτικές εκστρατείες στην πρόσφατη ιστορία ήταν σχεδόν ακατανόητη. Έγινες μάρτυρας ανείπωτου θανάτου και πόνου σε καθημερινή σχεδόν βάση επί 18 μήνες. Εκτοπίστηκες πάνω από 20 φορές και πάλι επέστρεφες. Κατά τη διάρκεια της «κατάπαυσης του πυρός», συνάντησες τη μητέρα σου για πρώτη φορά μετά από 492 ημέρες! Συχνά πεινούσες και διψούσες, όπως όλοι οι άλλοι συμπατριώτες σου. Έθαψες πολλούς από τους συναδέλφους σου δημοσιογράφους και φίλους σου. Τον περασμένο Νοέμβρη, τραυματίστηκες σε ισραηλινή αεροπορική επιδρομή. Αλλά παρέμεινες εκεί.
Ανάμεσα στις βόμβες που έριχναν οι δολοφόνοι σιωνιστές, προσπαθώντας να καλύψεις τα γεγονότα, πεινασμένος και διψασμένος, ματωμένος, έφτανες σε απόγνωση κι έλεγες χαρακτηριστικά: «Η δουλειά μας είναι μόνο να πεθαίνουμε. Μισώ όλο τον κόσμο. Κανείς δεν κάνει τίποτα. Ορκίζομαι ότι έχω αρχίσει να μισώ αυτή τη δουλειά!». Για τους επιζώντες συναδέλφους σου έστελνες μηνύματα κι έγραφες: «Αρχίσαμε να λέμε ο ένας στον άλλον: «Εντάξει, ποιανού είναι η σειρά; Οι οικογένειες μας μάς θεωρούν ήδη μάρτυρες.» Ταυτόχρονα, Χουσάμ έστελνες μηνύματα με ιδέες, για σχέδια για το μέλλον ή για να μεταδώσεις τι συνέβαινε στη Γάζα. Και αμέσως κατάφερνες με κάποιο τρόπο να είσαι ζεστός και αστείος· ένα είδος επανάστασης ενάντια στον άδικο θάνατο που καταπλάκωνε τα πάντα γύρω σου.

.
Λίγες ώρες πριν δολοφονηθεί στην αεροπορική επιδρομή, ο Χουσάμ περιγράφει την επανάληψη της εκστρατείας καμένης γης του Ισραήλ στο Beit Hanoun. Αυτό που θα διαβάσετε παρακάτω είναι το τελευταίο άρθρο του:
«Beit Hanoun, Γάζα — Η νύχτα ήταν σκοτεινή και προσεκτικά ήσυχη. Όλοι έπεσαν σε έναν ανήσυχο ύπνο. Όμως η ηρεμία διαλύθηκε γρήγορα από εκκωφαντικές κραυγές. Καθώς οι βόμβες έπεφταν βροχή, οι θρήνοι των γειτόνων ανακοίνωσαν τις πρώτες στιγμές της επανέναρξης της στρατιωτικής εκστρατείας του Ισραήλ.
Το Beit Hanoun βυθίστηκε στον πανικό και τον τρόμο. Κραυγές αγωνίας ακούγονταν μέσα στον θόρυβο των οβίδων σε μια σκηνή που αντανακλούσε το μέγεθος της καταστροφής που κατακλύζει την πόλη. Αυτή ήταν μόνο η αρχή. Ακολούθησε γρήγορα η σφαγή ολόκληρων οικογενειών. Στήλες καπνού υψώθηκαν παντού. Οι βομβαρδισμοί δεν σταμάτησαν ούτε στιγμή, πνίγοντας τα πάντα σε ένα ανελέητο χαλάζι φωτιάς και πόνου.
Η ισραηλινή επίθεση συνεχίζεται. Η κατοχή ασκεί τη βαρβαρότητα της με πρωτοφανείς βομβαρδισμούς, αφήνοντας πίσω της φρικτές σκηνές καταστροφής και αιματοχυσίας. Σύμφωνα με το Γραφείο Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων των Ηνωμένων Εθνών, ο αριθμός των μαρτύρων τις τελευταίες έξι ημέρες ξεπέρασε τους 700, αντανακλώντας τον βαθμό αυτού του τεράστιου ανθρώπινου πόνου. Το OCHA αναφέρει επίσης πως η Γάζα υποφέρει από σοβαρή έλλειψη φαρμάκων και ιατρικής βοήθειας, επιδεινώνοντας την ήδη άσχημη κατάσταση.
Τις πρώτες έξι ημέρες αυτής της ανανεωμένης στρατιωτικής επιχείρησης, η βόρεια Γάζα έγινε μάρτυρας τεσσάρων αιματηρών σφαγών. Η πιο αξιοσημείωτη ήταν η σφαγή της οικογένειας Μουμπάρακ (Mubarak), η οποία έλαβε χώρα την ώρα που η οικογένεια είχε συγκεντρωθεί σε ένδειξη πένθους για να εκφράσει τα συλλυπητήριά της στον Δρ Σαλίμ Μουμπάρακ (Dr. Salim Mubarak). Μέσα σε μια στιγμή, το συλλογικό τους πένθος μετατράπηκε σε μια θάλασσα αίματος και σωμάτων.
Ολόκληρη η οικογένεια σκοτώθηκε: Ο Δρ Σαλίμ, η σύζυγός του, τα παιδιά του, οι γονείς του. Κανείς δεν επέζησε. Ένας αυτόπτης μάρτυρας το συνόψισε με σαφήνεια: «Τους σκότωσαν όλους». Τα θύματα δεν βρίσκονταν σε πεδίο μάχης, αλλά σε ένα σπίτι πένθους. Ήταν ένα έγκλημα με όλη τη σημασία της λέξης.
Αυτή η σφαγή δεν ήταν η μοναδική – ακολούθησαν διαδοχικές επιθέσεις σε άλλες οικογένειες, συμπεριλαμβανομένης της οικογένειας Αμπού Νάσερ (Abu Nasr), στη συνέχεια της οικογένειας Αμπού Χαλίμ (Abu Halim) – φέρνοντας στο μυαλό τον άγριο βομβαρδισμό στην αρχή του πολέμου μετά την 7η Οκτωβρη. Η επίθεση είναι συνεχής, αδυσώπητη, στοχεύει αδιακρίτως αθώους πολίτες, αφήνοντας πίσω της μόνο καταστροφή και θάνατο.
Όταν έφτασα στη σκηνή, δεν ήμουν έτοιμος για τη φρίκη που αντίκρισα μπροστά στα μάτια μου. Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι με νεκρούς. Κάτω από κάθε πέτρα βρισκόταν ένας μάρτυρας. Δεκάδες άνθρωποι φώναζαν για βοήθεια κάτω από τα ερείπια των σπιτιών τους, αλλά δεν υπήρχε κανείς να ανταποκριθεί.
Κραυγές γέμιζαν τον αέρα, ενώ όλοι στέκονταν αβοήθητοι. Τα δάκρυά μου δεν σταματούσαν. Οι σκηνές ήταν κάτι περισσότερο από ό,τι θα μπορούσε να αντέξει ένας άνθρωπος. Τα ασθενοφόρα ήταν γεμάτα με πτώματα — τα σώματα και τα άκρα τους στοιβαγμένα πάνω και μπλεγμένα το ένα με το άλλο. Δεν μπορούσαμε πλέον να διακρίνουμε μεταξύ παιδιών και ανδρών, μεταξύ των τραυματιών και των νεκρών.
Στο νοσοκομείο Αλ-Αντάλους (Al-Andalus) το σκηνικό ήταν ακόμη πιο οδυνηρό. Το νοσοκομείο ήταν γεμάτο με μάρτυρες. Οι μητέρες αποχαιρετούσαν σιωπηλά τα παιδιά τους. Το ιατρικό προσωπικό εργαζόταν σε φρικτές συνθήκες, προσπαθώντας να περιθάλψει τους τραυματίες με τα πιο βασικά διαθέσιμα μέσα. Ήταν μια αδύνατη κατάσταση με τεράστιο αριθμό νεκρών και τραυματιών να μεταφέρονται με τρομακτικό ρυθμό.
Η επιθετικότητα του Ισραήλ συνεχίζεται. Σφαγή μετά τη σφαγή, αφήνοντας στο πέρασμα της μόνο τις κραυγές των μητέρων και τα όνειρα των παιδιών που έχουν γίνει στάχτη.
Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία γι’ αυτό. Τα πάντα συνθλίβονται: οι ζωές αθώων ανθρώπων, η αξιοπρέπειά τους και οι ελπίδες τους για ένα καλύτερο μέλλον.»
Ο νεαρός δημοσιογράφος Χουσάμ Σαμπάτ ήξερε ότι είχε δίκαιη αιτία στον αγώνα του. Στα τελευταία του λόγια προς όλον τον κόσμο, μας ζήτησε να συνεχίσουμε να μιλάμε για τη Γάζα, για τον Παλαιστινιακό Λαό να συνεχίσουμε να λέμε τις ιστορίες των Παλαιστινίων, να αρνηθούμε να αφήσουμε τον κόσμο να κοιτάξει αλλού. «Μη σταματήσετε να μιλάτε για τη Γάζα. Συνεχίστε να αγωνίζεστε!» έγραφε. Το μήνυμα του έχει κάψει τις καρδιές μας και έχει ατσαλώσει τα νεύρα μας ενάντια στη φασιστική καταστολή που απειλεί να καταπιεί το αντιαποικιακό κίνημα αντίστασης, με πρώτον τον Παλαιστινιακό λαό. Όπως και τα λόγια του Χουσάμ, ο αγώνας για την απελευθέρωση θα διαρκέσει και χρειάζεται την ενεργή συμπαράσταση όλων μας, από όποιο μετερίζι κι αν βρισκόμαστε. Προχωρώντας προς τα εμπρός, να συνεχίσουμε να μιλάμε για τη Γάζα, όπως ακριβώς ήθελε εκείνος.