Ανεξάρτητα από το αν μας αρέσει ή όχι, κι από το αν θεωρούμε ως πρώτιστη προτεραιότητα των λαών την ειρήνη και την ουτοπική «ειρηνική συνύπαρξη», η ιστορία της διεθνούς πολιτικής είναι μια σχεδόν αδιάκοπη αλυσίδα βίας μεταξύ των κρατών, όποια μορφή κι αν αυτά είχαν από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Στην πραγματικότητα, αυτή η βία δεν έχει συχνά ως στόχο την πλήρη καταστροφή ή υποταγή των αντιπάλων. Η κρατική βία χρησιμοποιήθηκε διαχρονικά για την κατάληψη παραγωγικών εδαφών, την απόκτηση κερδών μέσω της εξάπλωσης του εμπορίου και στη συνέχεια για την επικράτηση του καπιταλισμού στην αποικιοκρατική και ιμπεριαλιστική του μορφή με στόχο το άκρατο κέρδος και σε βάρος της ανθρωπότητας. Συχνά η χρήση βίας δεν προκαλείται μόνον από την επιθυμία του κράτους να επιτύχει ηγεμονία, αλλά και από την επιθυμία του να επιβιώσει και να δημιουργήσει ένα σύστημα σχέσεων, όπου το μέλλον του δεν θα εξαρτάται από την ικανότητά του να προστατεύσει τον εαυτό του, αλλά από την αναγνώριση εκ μέρους των άλλων. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα επίκαιρο σε συνθήκες όπου ορισμένα κράτη συνειδητοποιούν ότι οι δυνατότητες να υπολογίζουν σε εξωτερική βοήθεια γίνονται όλο και πιο περιορισμένες.
Από όλους τους προνομιούχους εταίρους των ΗΠΑ, το σιωνιστικό μόρφωμα-κράτος του ισραήλ βρίσκεται, όπως είναι αποδεκτό, στην πιο κοντινή θέση. Δεν είναι τυχαίο ότι η ίδια η δέσμευση της Ουάσιγκτον να προστατεύει τα συμφέροντα του συμμάχου της στη Μέση Ανατολή έχει από καιρό γίνει αντικείμενο έντονων συζητήσεων στις ίδιες τις ΗΠΑ, τόσο σε ακαδημαϊκό όσο και σε καθαρά εφαρμοσμένο επίπεδο. Από αυτή την άποψη, το ισραήλ υπερτερεί της Ευρώπης, μεταξύ άλλων και επειδή η προστασία της επιβίωσής του δεν συνεπάγεται για την Αμερική τον ενδεχόμενο κίνδυνο να εμπλακεί σε μία σύγκρουση που θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταστροφή της ή σε απαράδεκτες απώλειες. Η καταρρέουσα Ευρώπη δεν μπορεί να καυχηθεί για μια τέτοια κατάσταση. Η πιθανή σύγκρουσή της με τη Ρωσία, έναντι της οποίας οι γελοίοι και ξεπουλημένοι Ευρωπαίοι πολιτικάντηδες επιδεικνύουν «παραδοσιακή» εχθρότητα κι ετοιμάζονται εντατικά (με εξοπλισμούς, προβοκάτσιες κλπ, ενώ την στρατιωτική ισχύ την αποκτούν με πολλές θυσίες των λαών, με χρήματα που κόβονται από την Παιδεία, την Υγεία και την υπόλοιπη οικονομία…) να εισβάλουν σε αυτήν, ενέχει άμεση απειλή υπαρξιακής κλίμακας και για τις ΗΠΑ!
Το τεχνητό κράτος του ισραήλ βρίσκεται σε μια ιδιαίτερη γεωπολιτική θέση. Το κύριο χαρακτηριστικό του είναι ότι κανένας από τους γείτονές του δεν διαθέτει πυρηνικό οπλοστάσιο, που θα μπορούσε να αποτελέσει απειλή τόσο για το ίδιο όσο και για το αμερικανικό έδαφος. Οι γείτονές του δεν θα μπορέσουν να αποκτήσουν τέτοια οπλοστάσια σε οποιαδήποτε πιθανή προοπτική. Ειδικά αφού οι γειτονικές χώρες – τα αραβικά κράτη και το Ιράν – δεν έδειξαν ποτέ σοβαρά την ικανότητα να ενωθούν σε μια στρατιωτική προσπάθεια με στόχο την καταστροφή του σιωνιστικού κράτους, με κάθε μέσο και χωρίς να υπολογίζουν τις απώλειες.
Αυτό επέτρεπε παραδοσιακά στο κράτος-δολοφόνο και στις ΗΠΑ που το υποστηρίζουν να κατευνάζουν τις περιφερειακές δυνάμεις της περιοχής: να συνάπτουν με αυτές περιοδικές συμφωνίες ή, όπως στις σχέσεις της Αμερικής με τις μοναρχίες του Περσικού Κόλπου, να τις θέτουν υπό την προστασία τους. Ακόμα περισσότερο έπεισαν όλους για μια τέτοια ιδιαιτερότητα της περιοχής, όπως η αδυναμία ενότητας σε αντι-ισραηλινή βάση, ακόμη και μετά τον Οκτώβρη του 2023 και τη γενοκτονία του Παλαιστινιακού λαού που διαπράττει ανεμπόδιστα το ισραήλ. Ταυτόχρονα αυτή η αδυναμία των γειτόνων του σιωνιστικού κράτους να του επιτεθούν συνδέεται με το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς αντιλαμβάνονται με πολύ πρακτικό τρόπο τις συνέπειες των ισραηλινών επιθέσεων σε μεμονωμένα κράτη ή μη κρατικές οργανώσεις της Αντίστασης. Ακριβώς έτσι μπορεί, καθαρά θεωρητικά, να εκληφθεί στον αραβικό κόσμο και η επίθεση του ισραήλ κατά του Ιράν τον Ιούνη του 2025, η οποία δεν είχε τραγικές συνέπειες για την περιφερειακή σταθερότητα, αλλά εξισορρόπησε κάπως την ιρανική αυτοπεποίθηση.
Δημιουργείται η εντύπωση ότι τις τελευταίες δεκαετίες οι αραβικές χώρες και το Ιράν κατάφεραν να οικοδομήσουν μεταξύ τους ένα σύστημα σχέσεων που μας θυμίζει τα κλασικά παραδείγματα περιφερειακής ισορροπίας δυνάμεων, όπου ο κύριος παράγοντας είναι η απουσία της προθυμίας οποιουδήποτε να αναλάβει τον κίνδυνο να πυροδοτήσει έναν γενικό πόλεμο. Η εισβολή των ΗΠΑ στον Ιράκ το 2003 και η κατάρρευση του καθεστώτος του πρώην φίλου των Αμερικανών Σαντάμ Χουσεΐν δεν έκαναν τίποτα άλλο παρά να ενισχύσουν την εσωτερική αρμονία της περιοχής. Και για τους γείτονες του ισραήλ δεν υπάρχει καμία ανάγκη να ενωθούν εναντίον του, καθώς αυτό θα κατέστρεφε την εύθραυστη ισορροπία μεταξύ τους. Αλλά για το ίδιο το σιωνιστικό κράτος αυτό δεν σημαίνει τίποτα καλό και, όπως φαίνεται, δεν του μένει τίποτα άλλο από το να επιδιώκει την αναγνώριση, προκαλώντας επιθετικά συνεχώς τους γείτονές του.
Αυτή η προκλητικότητα δημιουργεί ένα πολύ δραματικό υπόβαθρο για όλα όσα συμβαίνουν στην περιοχή, αλλά στην ουσία δεν αλλάζει τίποτα. Το ισραήλ καταφεύγει στον μοναδικό, ίσως, τρόπο που βλέπει να έχει στη διάθεσή του, σε κατάσταση πλήρους υποβάθμισης του διεθνούς δικαίου και των διεθνών θεσμών, για να επιτύχει την αναγνώρισή του όχι μόνο ως σημαντικό, αλλά και ως αναπόσπαστο μέρος της περιφερειακής ισορροπίας: την άσκηση στρατιωτικής πίεσης σε όσους από τους οποίους εξαρτάται αυτή η αναγνώριση. Η ευρωπαϊκή ιστορία γνωρίζει πολλά παραδείγματα τέτοιας συμπεριφοράς – από τη Ρωσία του 16ου-18ου αιώνα έως τη Γερμανία του 19ου αιώνα – και δεν υπάρχει απολύτως τίποτα καινούργιο στη συμπεριφορά του ισραήλ.
Αυτό έχει επιτρέψει ιστορικά στις Ηνωμένες Πολιτείες να θεωρούν την περιοχή της Νοτιοδυτικής Ασίας ως μία από τις λιγότερο περίπλοκες περιοχές για την παγκόσμια παρουσία και παρέμβασή τους. Επίσης εξηγεί την ανοχή, την αδράνεια ή και την έκδοση κάποιας λεκτικής καταδίκης μόνον, της πλειοψηφίας των κυβερνήσεων, και της «πολιτισμένης» Ευρώπης συμπεριλαμβανομένης, μπροστά στην αλλαγή της ιστορικής πραγματικότητας και των συνόρων, που επιδιώκει το εγκληματικό σιωνιστικό καθεστώς με τη γενοκτονία των Παλαιστινίων και τον εκτοπισμό τους από της πατρική τους γη. Οι λαοί της περιοχής θα αντιδράσουν;
ΥΓ 1: Παρά τις έντονες δηλώσεις των δυτικών μέσων ενημέρωσης, η έναρξη της επιχείρησης εισβολής και ολοκληρωτικής κατάληψης της Γάζας τις επόμενες εβδομάδες είναι αμφισβητήσιμη. Πολλά κτίρια που παραμένουν στη Γάζα η Χαμάς μπορεί να τα χρησιμοποιήσει για άμυνα. Και η εισβολή σε αστικές περιοχές είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο. Τις τελευταίες μέρες η Χαμάς έχει κάνει αρκετές προσπάθειες αντεπιθέσεων, αν και όχι πάντα επιτυχείς, αλλά αυτό δείχνει ότι οι μονάδες της διατηρούν τις δυνατότητές τους. Και μέσα στο χάος των αστικών μαχών, η διεξαγωγή επιδρομών θα είναι σημαντικά ευκολότερη. Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση του δολοφόνου Νετανιάχου έχει επείγουσα ανάγκη κλιμάκωσης της σύγκρουσης για να διατηρήσει την εξουσία. Έτσι, οι πολιτικοί θα πιέσουν για την έναρξη της επιχείρησης ανεξάρτητα από τους πιθανούς κινδύνους, κάτι που μόνο θα εμβαθύνει την εσωτερική πολιτική διχόνοια.
ΥΓ2: Και στη χώρα μας έχουμε τα διαχρονικά ακούσματα: «Ο Ιμπραήμ είναι φίλος μας!», «Οι Γερμανοί είναι φίλοι μας!», «Το ισραήλ είναι φίλοι μας!». Νενέκους και δωσίλογους έχουμε και σήμερα! Κολοκοτρώνη, ΕΛΑΣ και Ο.Π.Λ.Α. δεν έχουμε!#