Μια (ακόμα) σκανδαλώδη αυθαιρεσία της υπουργού Λίνας Μενδώνη, αυτή τη φορά προς όφελος της Εκκλησίας της Κρήτης, φέρνει σήμερα στο φως η «Εφ.Συν.». Η υπόθεση αφορά τις πολεοδομικές παρεμβάσεις στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Γωνιάς, στο Κολυμπάρι Χανίων, με στόχο τη δημιουργία Μουσείου Εκκλησιαστικής Τέχνης.
Κεντρικό ρόλο στην υπόθεση διαδραματίζει ο μητροπολίτης Κισσάμου και Σελίνου Αμφιλόχιος, ο οποίος υπήρξε και μοναχός στη συγκεκριμένη μονή και μόλις πριν από λίγες ημέρες βράβευσε την υπουργό για την έγκριση των αυθαιρεσιών.
Η μονή θεμελιώθηκε το 1613 και αποτελεί βυζαντινό μνημείο υπό την προστασία της Διεύθυνσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ. Οι μοναχοί, ήδη από το 2016, επεδίωκαν τη διενέργεια παράνομων εργασιών στο μνημείο, με στόχο τη μεγαλύτερη δυνατή επισκεψιμότητα για το υπό κατασκευή μουσείο, εμβαδού περίπου 300 τ.μ., που εκτείνεται σε θολωτούς χώρους χαμηλότερης στάθμης (υπόγειο) κάτω από τον αύλειο χώρο. Για τον σκοπό αυτόν, είχε κατατεθεί μελέτη που προέβλεπε μεταξύ άλλων τη διάνοιξη μιας μεγάλης οπής στον έναν από τους θόλους, ώστε να κατασκευαστεί σκάλα και αναβατόριο για τους επισκέπτες από το ισόγειο. Επίσης, στον υπόγειο χώρο υπήρχε μια χτισμένη περίκλειστη δεξαμενή νερού, στην οποία οι μοναχοί είχαν οραματιστεί να ανοίξουν πόρτα πρόσβασης και να τη μετατρέψουν σε αίθουσα προβολών για το μουσείο.
Τέλος, για τον εξωτερικό χώρο, η μελέτη που κατατέθηκε στο υπουργείο Πολιτισμού προέβλεπε τη δημιουργία αμφιθεατρικού καθιστικού, την κατασκευή διαδρομής πρόσβασης απευθείας από τη διπλανή παραλία του Κολυμβαρίου και την επέκταση του χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων νοτίως της μονής.
Για όλα αυτά, που ήταν προδήλως ασύμβατα με τη νομοθεσία για την προστασία των βυζαντινών μνημείων, οι υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού, το 2018, απάντησαν τα προφανή. Οτι δηλαδή μπορεί να λειτουργήσει το Μουσείο Εκκλησιαστικής Τέχνης, αλλά χωρίς οποιαδήποτε οικοδομική παρέμβαση επί του μνημείου. Συγκεκριμένα, τον Αύγουστο του 2018, με απόφαση της τότε υπουργού Λυδίας Κονιόρδου, εγκρίθηκε η δημιουργία του μουσείου, αλλά χωρίς την προτεινόμενη διάνοιξη οπής στη δυτική πλευρά του νοτιοδυτικού θόλου για την κατασκευή κλίμακας και αναβατορίου. Αντίθετα, ζητήθηκε να διερευνηθεί άλλος τρόπος πρόσβασης στον μουσειακό χώρο, που να μη θίγει το μνημείο. Σε σχέση με την παλιά δεξαμενή νερού, το υπουργείο έκανε δεκτή τη διάνοιξη ανοίγματος στις ελάχιστες απαιτούμενες διαστάσεις, επιβάλλοντας όμως ρητά ότι ο χώρος αυτός θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί ως βοηθητικός και όχι ως εκθεσιακός.
Τέλος, για τους εξωτερικούς χώρους, το υπουργείο απέρριπτε κατηγορηματικά τη δημιουργία αμφιθεατρικού καθιστικού (καθώς δεν συνάδει με τον χαρακτήρα της μονής) αλλά και την κατασκευή της προτεινόμενης διαδρομής πρόσβασης στη μονή από το παραλιακό πλάτωμα, με σκάλες και ράμπες που αλλοιώνουν το περιβάλλον του μνημείου και γενικότερα «να αποφευχθεί οποιαδήποτε παρέμβαση που αλλοιώνει το φυσικό τοπίο στον περιβάλλοντα χώρο ανατολικά της μονής».
Οι ίδιες ακριβώς υποδείξεις της αρχικής απόφασης επαναλήφθηκαν κατά γράμμα και τον Νοέμβριο του 2018, όταν εγκρίθηκε και η Μουσειολογική Μελέτη για το Μουσείο Εκκλησιαστικής Τέχνης, επί υπουργίας Μυρσίνης Ζορμπά.
Εγκαίνια από τον Οκτώβριο του 2018
Παρ’ όλα αυτά, στη μονή είχαν ήδη αρχίσει οι εργασίες. Εξάλλου, ο χώρος είχε ήδη εγκαινιαστεί ως «κειμιλιαρχείο» και, μάλιστα, από τον ίδιο τον Οικουμενικό Πατριάρχη, από τον Οκτώβριο του 2018. Ωστόσο, οι εργασίες για την πλήρη υλοποίηση του σχεδίου πήραν πιο εντατικό ρυθμό μετά την αλλαγή κυβέρνησης, τον Ιούλιο του 2019. Με κάποια πιθανώς «θεϊκή» παρέμβαση στα χρόνια που μεσολάβησαν, τελικά, πραγματοποιήθηκαν σχεδόν όλες οι εργασίες που απαγόρευε με τις αποφάσεις του το ΥΠΠΟ (άνοιξε η οπή στον θόλο, φτιάχτηκαν σκάλες και αναβατόριο, άλλαξαν οι χρήσεις των αιθουσών, έγινε ακόμα και η αίθουσα προβολής).
Με αυτά τα δεδομένα, τον Ιούλιο του 2022, τέσσερα χρόνια μετά την απόφαση του 2018, η μονή υποβάλλει αίτηση θεραπείας, ζητώντας την εκ των υστέρων νομιμοποίηση των αυθαιρεσιών. Λίγους μήνες μετά, στις 26 Σεπτεμβρίου, η αίτηση γίνεται δεκτή από την υπουργό Λίνα Μενδώνη και νομιμοποιούνται όλες οι αυθαιρεσίες, αφού προηγουμένως είχε εξασφαλιστεί και η σύμφωνη γνώμη του ελεγχόμενου από την υπουργό Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου.
Τον ίδιο μήνα που υποβάλλεται η αίτηση θεραπείας, η οπή έχει ήδη ανοιχτεί και οι σκάλες και το αναβατόριο έχουν ήδη κατασκευαστεί, όπως φαίνεται και από φωτογραφία επισκέπτη της μονής, που δημοσιεύει σήμερα η «Εφ.Συν.», με ημερομηνία «Ιούλιος 2022» και, πάντως, σίγουρα πολύ πριν έρθει η εγκριτική απόφαση της κ. Μενδώνη. Μάλιστα, για τη διάνοιξη της οπής πλέον το υπουργείο ζητά μόνο να εκπονηθεί και να υποβληθεί στατική μελέτη για την ευστάθεια στο συγκεκριμένο σημείο. Προφανώς, από αυτό συνάγεται ότι τέτοια μελέτη δεν έχει εκπονηθεί καν, ώστε να διασφαλιστεί ότι ο υπόλοιπος θόλος είναι ασφαλής και ότι δεν θα πέσει στα κεφάλια των επισκεπτών…
Ταυτόχρονα, δίνεται η δυνατότητα να λειτουργήσει η δεξαμενή ως αίθουσα προβολών, ενώ για τους εξωτερικούς χώρους εξαφανίζονται οι προβλέψεις για τη μη αλλοίωση του περιβάλλοντος χώρου και με μόνο αστερίσκο τις γεωλογικές μελέτες επιτρέπεται τόσο η κατασκευή του μονοπατιού προς τη θάλασσα όσο και η επέκταση του πάρκινγκ.
Υστερα από όλα τα παραπάνω, ήρθε και η θεϊκή αναγνώριση για την υπουργό Πολιτισμού, η οποία στις 12 Δεκεμβρίου τιμήθηκε σε μια μεγαλοπρεπή τελετή με τον χρυσό σταυρό του Αποστόλου Τίτου, την ανώτατη διάκριση της Εκκλησίας της Κρήτης. Ο μητροπολίτης Αμφιλόχιος δεν εφείσθη τιμών και επαίνων προς την υπουργό. «Τιμώντας το πρόσωπό σας, τιμούμε το ήθος, την ευσυνειδησία, τη φιλοπατρία, τη φιλαλληλία, την αποτελεσματικότητα», ανέφερε, ενώ υποστήριξε ότι η τιμώμενη «γνωρίζει μέσα από τη βαθιά εμπειρία της τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται τα της ευθύνης της, ενός εκ των κορυφαίων υπουργείων, του Πολιτισμού, καθώς διάσπαρτη η Ελλάδα απ’ άκρη σ’ άκρη είναι γεμάτη από ιστορίες, μνήμες και από πολιτισμό».
Αμφιβάλλει κανείς;