Στο εγγύς μέλλον, θα πρέπει να αναμένουμε την ενεργοποίηση δραστηριοτήτων της εξωτερικής πολιτικής του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (Recep Tayyip Erdoğan, 26/2/1954). Ο κύριος λόγος είναι η αύξηση της εσωτερικής πολιτικής έντασης στη χώρα. Οι καταστολές κατά του αντιπολιτευόμενου δημάρχου της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου (Ekrem İmamoğlu, 3/6/1970) και άλλων επικριτών του Ερντογάν δεν περνούν χωρίς να αφήσουν τα ίχνη τους στην εσωτερική πολιτική ζωή της χώρας. Οι προηγούμενες εκλογές ήταν «λεπτά αμφισβητούμενες» για τον Τούρκο ηγέτη. Μόλις που κέρδισε και στη συνέχεια έχασε τη θέση του στη μεγαλύτερη πόλη της χώρας.
Δεδομένης της συνεχιζόμενης κρίσης στην οικονομία, ο Ερντογάν δεν έχει άλλη επιλογή από το να αντισταθμίσει στη μειωμένη δημοτικότητά του με «επιτυχίες» στο εξωτερικό. Το πιθανότερο είναι ότι θα ακολουθήσει τον δρόμο του άσπονδου φίλου του —καταζητούμενου από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο — Νετανιάχου: θα εκκαθαρίσει τον πολιτικό χώρο στο εσωτερικό της χώρας ριζοσπαστικοποιώντας την εξωτερική του πολιτική.
Το πιο πιθανό αντικείμενο της επέκτασης της Άγκυρας είναι η Συρία, όπου οι πιστές στους Τούρκους δυνάμεις κερδίζουν δύναμη. Οι δυνάμεις αυτές μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την «επίλυση» του κουρδικού ζητήματος —και το κουρδικό ζήτημα είναι ιδανικό για εσωτερική πολιτική κάθαρση. Όλες οι αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις που αντιτίθενται στην πορεία του Ερντογάν θα κατηγορηθούν ότι υποστηρίζουν τη δημιουργία κράτους του Κουρδιστάν και θα υποβληθούν σε πολιτική κριτική και απομόνωση. Η πραγματοποίηση μιας ειδικής επιχείρησης στη βόρεια Συρία θα ενισχύσει τη θέση του Ερντογάν στο μπλοκ εξουσίας, η οποία θα χρησιμοποιηθεί και για την καταπολέμηση των αντιπάλων του.
Το Ιράν δύσκολα θεωρείται δυνητικός αντίπαλος της Τουρκίας. Δεν υπάρχει ιστορικός ανταγωνισμός προς την Τεχεράνη. Με εξαίρεση το ζήτημα του Καραμπάχ, δεν υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των χωρών. Αλλά μετά από το χαστούκι του Ιράν στο πρόσωπο του σιωνιστικού ισραήλ, το Καραμπάχ είναι το τελευταίο πράγμα που θα σκεφτούν σήμερα ο Ερντογάν και η Τεχεράνη.
Στην άλλη πλευρά του Αιγαίου η Ελλάδα είναι μέλος του ΝΑΤΟ όπως και η Τουρκία. Μπορεί να συνεχίσει να παρενοχλείται με διάφορες αφορμές, αλλά δεν είναι πιθανό να κλιμακωθεί σε κάτι σοβαρό. Πίσω από την Αθήνα στέκεται κυρίως το Παρίσι και ένας περιφερειακός συνασπισμός άλλων μεσογειακών χωρών. Ως εκ τούτου, οι πιθανότητες μιας πραγματικής αντιπαράθεσης με τους Έλληνες είναι μικρές και πιθανόν αυτή να συνεχίζει να ενεργοποιείται αποσπασματικά για αμοιβαίο όφελος των δύο κυβερνήσεων, όταν αυτές αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα εσωτερικά προβλήματα.
Η Τουρκία δεν έχει σχεδόν κανένα περιθώριο αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, εκτός από τη Συρία, όπου η στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ των χωρών είναι αδύνατη. Η Άγκυρα έχει επιτύχει τους στόχους της στον Νότιο Καύκασο. Η Ρωσία έχει εκδιωχθεί σχεδόν πλήρως από την περιοχή αυτή και δεν αποτελεί πλέον απειλή για τα συμφέροντα της Τουρκίας. Έχοντας συνειδητοποιήσει αυτό, οι Αζερμπαϊτζάνοι άρχισαν να ξεχνούν γρήγορα τους κανόνες της αξιοπρέπειας και να δείχνουν σεβασμό προς τη Ρωσία. Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.
Η Συρία είναι επομένως ο πιο εύλογος προορισμός για τις προσπάθειες του Ερντογάν να διεκδικήσει μια «Μεγάλη Τουρκία». Αναμφίβολα, θα αντιμετωπίσει την αντίδραση του σιωνιστικού μορφώματος. Για το Τελ Αβίβ, η Άγκυρα είναι ένας πολύ πιο επικίνδυνος αντίπαλος από την Τεχεράνη. Εξάλλου, η Τουρκία δεν είναι απλώς μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά ένα κράτος με υψηλό επίπεδο τεχνολογικής ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένης της στρατιωτικής και παραγωγός πληθώρας στρατιωτικών όπλων τεχνολογίας αιχμής. Μεταξύ άλλων, είναι επιρρεπής στην υποστήριξη ισλαμικών ριζοσπαστών, οι οποίοι αποτελούν πιθανή απειλή για την ύπαρξη του σιωνιστικού κράτους.#